Υπάρχουν κάποια πράγματα που σε ακολουθούν παντού, μνήμες και εικόνες που δεν ξεχνιούνται. Κτίσματα, τοπία, κορυφογραμμές. Σε κάθε χωριό, σε κάθε οικισμό υπάρχει ένα σημαδιακό, ξεχωριστό κατασκεύασμα που συνδέεται με την ιστορία του τόπου. Στο Μετόχι, στον μικρό οικισμό της Δολίχης, υπήρχε μια εκπληκτική στέρνα. Το νερό έφτανε από τον Ολυμπο, ανέβλυζε με δύναμη, χύνονταν ορμητικά από τρεις σωλήνες και προχωρούσε σε διαμορφωμένο στενόμακρο χώρο-ποτίστρα, όπου ξεδιψούσαν τα κοπάδια.
Ηταν η εποχή των δεκαετιών του 60’ και του ’70. Πριν δηλαδή γίνουν οι βαθιές γεωτρήσεις και οι πομόνες, πριν πέσει δραματικά η στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα, πριν χαθούν οι επιφανειακές πηγές. Πήγαινα συχνά στη Δολίχη, στις σχολικές διακοπές και στις γιορτές, ο πατέρας μου κατάγονταν από εκεί και το σπίτι των παππούδων ήταν πάντα φιλόξενο και ανοιχτό σε όλους.
Κρατούσε πολύ κόσμο ο τόπος τότε, υπήρχε συνεχής δραστηριότητα, οι χωριανοί πότιζαν με το νερό της πηγής τα περιβόλια τους, το νερό έτρεχε σε αυλάκια, το πότισμα γίνονταν με τη σειρά μέσα στην εβδομάδα. Ανάμεσα στο χωριό και στον μικρό οικισμό του Μετοχίου και μέχρι τα όρια του Αη-Λιά, ακολουθώντας την στέρνα και πιο κάτω την παλιά ρούγα, υπήρχαν εκπληκτικά περιβόλια, με μηλιές, καρυδιές, κυδωνιές, συκιές, ντόπιες δαμασκηνιές με κίτρινα στενόμακρα δαμάσκηνα που μοσχοβολούσαν….Εβγαζα για βοσκή τις οικόσιτες κατσίκες κι όταν έφτανα στην εκκλησία της Παναγιάς, σταματούσα για λίγο, η βλάστηση ήταν ζωηρή, τα νερά έτρεχαν παντού, έρχονταν κι άλλοι συνομήλικοι με τα ζωντανά τους, η παρέα έδενε. Γέλια, πειράγματα, επίδειξη ποιμενικής τέχνης και με το σούρουπο επιστροφή στο σπίτι.
Η οικονομία όμως εξελίσσεται, οι εντατικές καλλιέργειες πήραν με τον καιρό το πάνω χέρι, τα νερά των πηγών λιγόστεψαν και στη συνέχεια χάθηκαν, η εκτατική κτηνοτροφία εγκαταλείφθηκε, η μηχανοποίηση της γεωργίας βοήθησε πολύ τον παραγωγό κι άλλαξε συνάμα ριζικά το τοπίο. Δίπλα στην πηγή της στέρνας χτίστηκε αργότερα η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, αφού έτσι το θέλει η παράδοση, από την παλιά πέτρινη κατασκευή της στέρνας έμεινε τώρα ένα μικρό μέρος. Δεν φαίνεται πίσω από τα δέντρα, αλλά πέρασα πρόσφατα και έβγαλα φωτογραφίες.
Την στιγμή που πατάς το κουμπί της φωτογραφικής μηχανής, αντί να δεις στο πλαίσιο ό,τι έχει απομείνει, ο νους ξεφεύγει, το παρελθόν αναβιώνει, οι εικόνες ξανάρχονται….Πίσω στα παλιά, στο Μετόχι των παιδικών χρόνων… Παιδιά που παίζουν γύρω από τη στέρνα και βρέχονται, όμορφες κοπελιές με τις στάμνες περιμένουν στη σειρά να πάρουν νερό, γυναίκες που ξεπλένουν ρούχα στο τέλος της στέρνας, κοπάδια που φτάνουν από το βουνό με τη σειρά να ξεδιψάσουν, τσελιγκάδες και νεαροί βοσκοί, όλοι γύρω από τη στέρνα να δροσιστούν, να συζητήσουν, να ξαποστάσουν στον ίσκιο των δέντρων. Ιτιές και πλατάνια, βατόμουρα, τσάπουρνα, μπαξέδες κι αυτοσχέδια μαντριά κάτω από τον ίσκιο των δέντρων για τον μεσημεριανό «στάλο» του κοπαδιού, καρδάρες, τσομπανόσκυλα, γαϊδούρια, άλογα.
Ηταν η Δολίχη μετά τον εμφύλιο πόλεμο, με μεγάλο πάθος για ένα νέο ξεκίνημα, με σκληρή εργασία, με θορυβώδεις γιορτές, για να ξεχαστούν μάλλον τα ανείπωτα δεινά των ανθρώπων, στο μεταίχμιο μιας νέας αποχής πριν τη μετανάστευση και πριν την κυριαρχία της μηχανής. Βαριά τοπική παράδοση και σκληρή χειρωνακτική δουλειά, πολυμελείς και πειθαρχημένες οικογένειες με ποικίλες αγροτικές ασχολίες, ανταλλακτική-αντιπραγματική οικονομία και παραγωγή, εν πολλοίς, για ιδία κατανάλωση, περιορισμένο εμπόριο και δύσκολες μετακινήσεις. Τα αιγοπρόβατα, τα δημητριακά και ο καπνός αργότερα έσωζαν την κατάσταση, υπήρχε φτώχεια, αλλά όχι πείνα, οι άνθρωποι ήταν εξ ανάγκης ολιγαρκείς, ο ρυθμός της ζωής καθορίζονταν από τις εποχές, τις ανάγκες της καλλιέργειες και την φροντίδα του κοπαδιού. Χωριό δυναμικό, άνθρωποι εργατικοί, τόπος αγαπητός.
Το Μετόχι είχε βιωματική σχέση με τη στέρνα, με το καθαρό, φυσικό νερό, όπως συμβαίνει σε όλες τις αντίστοιχες περιπτώσεις των οικισμών: «Εχει πάρα πολλές φορές τονιστεί ότι ο οικισμός εξαρτάται από την κατανομή των υδάτινων πόρων, και κυρίως από την κατανομή των πηγών», γράφει στο έξοχο βιβλίο του «Ανθρωπογεωγραφία» ο γάλλος γεωγράφος Max Derryau, έκδοση του ΜΙΕΤ (Μορφωτικό Ιδρυμα της Εθνικής Τράπεζας). Πώς κόπηκε αυτή η σχέση; Η επιστήμη σίγουρα βοήθησε τον παραγωγό, η τεχνολογία έκανε τη ζωή του πιο εύκολη, αλλά οι αλλαγές αυτές είχαν κι άλλες επιπτώσεις. Εγιναν δυσεύρετα τα βασικά αγαθά, όπως είναι το τρέχον πόσιμο νερό της πηγής, κι άλλα όπως το φυσικό φρούτο, το ξερικό καρπούζι, η ευωδιαστή ντομάτα. Το νερό έγινε στις μέρες μας εμπορεύσιμο είδος, ακριβό. Αγοράζουμε πλέον και στα χωριά εμφιαλωμένο νερό, ορισμένοι ιδιώτες ή και δήμοι ακόμα το πουλούν πανάκριβα. Οι μεγάλες διακηρύξεις για τα «παγκόσμια δημόσια αγαθά» έμειναν μετέωρες. Καλά είναι στα χαρτιά οι ευρωπαϊκές οδηγίες, οι διακηρύξεις του ΟΗΕ «το ύδωρ δεν είναι εμπορικό είδος», «το νερό είναι παγκόσμιο δημόσιο αγαθό»… Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική: πολλά τέλη, φόροι, ΦΠΑ, πάγια, φόροι για νέα έργα, κράτος, δήμοι, νερουλάδες (ναι, υπάρχουν ακόμα και θησαυρίζουν…) φορτώνουν τον λογαριασμό του νερού με τρόπο υπερβολικό. Η άσκοπη και αλόγιστη χρήση του πολύτιμου αυτού αγαθού σε όλους τους τομείς δείχνει το μέγεθος του προβλήματος. Ολα πρέπει να αλλάξουν για να μην πούμε το νερό νεράκι…Το να έχεις το νερό διαθέσιμο, στη βρύση του σπιτιού ή στο κτήμα είναι μεγάλη απόλαυση και μεγάλη ευθύνη. «Κάθε σταγόνα μετρά», έτσι λέει και το γνωστό σλόγκαν.
Η νεώτερη εποχή άλλαξε κι άλλο το τοπίο της περιοχής, το μαντρί έγινε σύγχρονη και μεγάλη κτηνοτροφική μονάδα, τα ζώα μένουν στους σταύλους, τα δικαιώματα των βοσκοτόπων και οι ζωοτροφές είναι κύριο στοιχείο της επιχείρησης, τα περιβόλια ποτίζονται πλέον με σύγχρονο αυτόματο τρόπο, ο αναδασμός εδώ ένωσε τα μικρά χωράφια, όλα σήμερα είναι διαφορετικά. Μια οικονομία σύγχρονη, με τις προκλήσεις της εποχής, σε μια νέα φάση μετάβασης αφού η οικονομική επιβίωση χρειάζεται όπως πάντα μεγάλο αγώνα. Δεν πάνε καλά τα πράγματα στον αγροτικό τομέα, δεν πάνε καλά γενικότερα κι οι μικροί πληρώνουν όπως πάντα τα σπασμένα.
Πίσω, στην άδεια στέρνα του Μετοχίου. Θυμούμαι αυτό που έγραψε ο Γιώργος Σεφέρης και νομίζω ότι δεν θα μπορούσε να περιγραφεί πιο εύστοχα αυτή η κατάσταση: «Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε πηγάδια, δεν έχουμε πηγές, μονάχα λίγες στέρνες άδειες κι αυτές….». Πέρα όμως από την μαγεία των λέξεων και την υπέροχη μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου, το σκηνικό του αλλαγμένου τοπίου δείχνει μια Δολίχη που προσπαθεί, που παλεύει να βρει τη νέα της θέση. Υπάρχουν ευτυχώς ακόμα νέοι στο χωριό, οργανώνονται εκδηλώσεις, πολλές δράσεις του δραστήριου τοπικού συλλόγου και ηλεκτρονική πληροφόρηση (www.dolihi.gr) .
Χρειάζεται όμως και δημόσια πολιτική για μια ανάπτυξη βιώσιμη, διατηρήσιμη, σοφή. Εμείς πρέπει να δρούμε σήμερα, αλλά σεβόμενοι τα δικαιώματα των μελλοντικών γενιών…Η Δολίχη σφηνωμένη ανάμεσα στο Λιβάδι και στον Αη-Λιά, καλό χωριό, πόλος της αρχαίας Τριπολίτιδας, σημαντικός βυζαντινός θύλακας, κράτησε ένα μικρό μέρος της περίτεχνης χτιστής στέρνας, υπακούοντας μάλλον σε ένα αρχέγονο βασικό ένστιγκτο επιβίωσης. Η καινούργια ισορροπία ελπίζουμε ότι θα είναι συνισταμένη της σοφίας των αιώνων, γνωρίζοντας βέβαια ότι ο άνθρωπος δεν κάνει πάντα σοφές παρεμβάσεις…
Ανθρωποι και τοπίο, πεδιάδες, βουνά, νερά, ζώα και δέντρα σε μια συνεχή αλληλεξάρτηση και μετάλλαξη, υπό την σκέπη του Ολύμπου που προστατεύει σταθερά το Πύθιο κι ατενίζει το Λιβάδι, τη Δολίχη και το Μετόχι της, την Κοκκινόγη και τα άλλα χωριά σκεφτικός, κουρασμένος κι αυτός…Τόσοι αιώνες, τόσες γενιές, τόσες προσδοκίες, τόσος κόπος…Η στέρνα ίσως κελαηδίσει πάλι στο μέλλον, προς το παρόν ζει τη σιωπή της… αφού «έσβησε το τρέχον ύδωρ». Στο Μετόχι, δίπλα στην Αγία Παρασκευή, στη γωνία του πάνω δρόμου, κοντά στο σπίτι του παπα-Γιώργη….Η αχλαδιά, μεγάλος πειρασμός τα φρούτα της, υπάρχει ακόμα στη γωνία του δρόμου…
Τέλος εποχής….κι όχι μόνο για τη στέρνα.
Αθανάσιος Θεοδωράκης,
πολιτικός επιστήμονας
(Βλ φωτογραφία της στέρνας)