Μπαργιώτας: «Η κυβέρνηση συνειδητά απούσα από την διαχείριση του προσφυγικού»

μπαργιωτασ

«Η Κυβέρνηση εφάρμοσε συγκεκριμένη πολιτική στη διάρκεια του 2015. Άνοιξε τα σύνορα, αφήνοντας εφτακόσιες χιλιάδες πρόσφυγες ουσιαστικά να διέλθουν από τη χώρα και με τα κυκλώματα να διακινούν τους πρόσφυγες, όπως ξέρουν καλά, με εισιτήριο από τη Μυτιλήνη μέχρι την Ειδομένη. Υπήρξε συνειδητά απούσα και αυτή είναι ακριβώς η βασική και η πιο βαριά ευθύνη. Με μια επίκληση ανθρωπιστικής εύνοιας και ανθρωπιστικών λόγων, ουσιαστικά φρόντιζε να είναι μακριά από το πρόβλημα. Παρακολουθούσε μια ροή προσφύγων εντός της χώρας, προσπαθώντας να παρέμβει κατ’ ελάχιστον» τόνισε στην ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση επίκαιρης επερώτησης βουλευτών της ΝΔ για το προσφυγικό ο Βουλευτής Λάρισας του Ποταμιού, κ. Κώστας Μπαργιώτας.
Στηλιτεύοντας τον κυβερνητικό χειρισμό ο βουλευτής είπε ότι «Η Κυβέρνηση χρησιμοποίησε τους πρόσφυγες και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό ως όργανο πολιτικής, καθώς οι άνθρωποι διέρχονταν από την Ελλάδα, νομίζοντας ότι υποσχόμενη hot spots, διαπραγματευόμενη με τους Ευρωπαίους και μη κάνοντας τίποτα στην ουσία και μεταφέροντας μόνο το πρόβλημα από τη Μυτιλήνη και τη Ρόδο στην Ειδομένη, κέρδιζε χρόνο. Δεν αντιλήφθηκε με αυτόν τον τρόπο καν τι ερχόταν. Όπως δεν το αντιλήφθηκε με τα capital controls, δεν το αντιλήφθηκε και με το κλείσιμο των συνόρων. Αυτό οδήγησε σε μια –να μην την πω πανωλεθρία- διπλωματική ήττα. Την διπλωματική ήττα των κλειστών συνόρων, η οποία μας επιβλήθηκε».
Στη συνέχεια ο κ. Μπαργιώτας υπογράμμισε ότι, ενώ οι κύριες ευθύνες για την μεγέθυνση του προβλήματος είναι εκτός συνόρων, όμως, «δεν μπορεί γίνεται επίκληση, σαν αυτή που έκανε ο κ. Κουρουμπλής, στο πατριωτισμό των Ελλήνων, ώστε να σκεπάσουμε το πρόβλημα και να το αφήσουμε κάτω από το χαλί. Δεν μπορεί, η κυβέρνηση να κρύβεται πίσω από το υπερεθνικό του προβλήματος. Ο τρόπος που κλιμακώθηκε το προσφυγικό στο εσωτερικό της χώρας και οδηγηθήκαμε στην παγίδα της Ειδομένης και στα στρατόπεδα προσφύγων σε ελληνικό έδαφος για τα επόμενο δύο χρόνια είναι επιλογή και ευθύνη της Κυβέρνησης ή ανικανότητα. Υπάρχει σαφώς, εθνική παράμετρος. Η προσφυγική κρίση δεν είναι κάτι που συνέβη. Δεν είναι μια φυσική καταστροφή. Δεν «έβρεξε» πρόσφυγες στην Ειδομένη. Είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων κινήσεων και στο εξωτερικό και στο εσωτερικό. Δεν τη δημιούργησε η ιστορία. Την ιστορία την γράφουν οι κυβερνήσεις και οι λαοί. Δεν είναι κάτι ουδέτερο και αφηρημένο».
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο βουλευτής αναφέρθηκε στο σκιώδες καθεστώς λειτουργίας των ΜΚΟ, τονίζοντας ότι δεν ξέρουμε ποιοι τις έχουν, ποιοι τους χρηματοδοτούν και που πηγαίνουν τα χρήματα που παίρνουν. Όπως χαρακτηριστικά είπε «Υπάρχει ένα μεγάλο θέμα διαφάνειας στον τρόπο με τον οποίο οι μη κυβερνητικές οργανώσεις ασχολούνται και χειραγωγούν το πρόβλημα».

«Το μόνο που ενώνει τον ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝ.ΕΛ. είναι ο λαϊκισμός»

«Το μόνο που ενώνει τον ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ είναι ο λαϊκισμός και αυτό αποδεικνύεται από τα σημερινά γεγονότα που δείχνουν πόσο μεγάλο ιδεολογικό και πολιτικό χάσμα τους χωρίζει» τόνισε ο κ. Μπαργιώτας, βουλευτής Λάρισας με το Ποτάμι, σε συζήτηση στον τηλεοπτικό σταθμό ΕΡΤ1 και στην εκπομπή «Πρωινή Ζώνη».
Σχολιάζοντας τη θέση του Ποταμιού σε σχέση με την δήλωση του κ. Μουζάλα, ο κ. Μπαργιώτας ανέφερε ότι «εμείς πήραμε θέση ενάντια στην παραίτηση του κ. Μουζάλα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι είναι καλός ή κακός υπουργός. Εξάλλου, δεν τέθηκε αυτό το ερώτημα. Η κυβέρνηση συνολικά και ο κ. Καμμένος, που απειλούσε την Ευρώπη με αποστολές τζιχαντιστών από την Ελλάδα, έχουν σοβαρότατες ευθύνες για το αδιέξοδο στο οποίο οδήγησαν το προσφυγικό και για το γεγονός ότι παγιδεύτηκαν στην Ελλάδα μερικές δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες. Το μόνο όμως που δεν χρειάζεται η χώρα την δεδομένη στιγμή, είναι η ανακίνηση του Μακεδονικού. Η χώρα έχει πάγια διπλωματική θέση για το Μακεδονικό. Δεν είναι η ώρα να επιτείνουμε τους εθνικισμούς και τις τριβές, με μια χώρα με την οποία έχουμε ένταση ούτως ή άλλως στα σύνορα μας, όπως φαίνεται και από την κατάσταση στην Ειδομένη».
Στη συνέχεια, κατηγόρησε τον κ. Καμμένο για την τυχοδιωκτική ρητορική του, τονίζοντας ότι «το μεγάλο ολίσθημα του κ. Καμμένου με τον κ. Μουζάλα είναι το γεγονός ότι χρησιμοποιεί μια πολιτική εθνοκαπηλίας για επιδιώξεις, οι οποίες δεν είναι σαφείς. Σήμερα είδαμε ένα συνονθύλευμα εθνολαϊκιστικών δηλώσεων και το μόνο που διαφαίνεται είναι η πρώτη μεγάλη ομαλή στροφή, για να το καταπιούμε». Τέλος, τόνισε ότι το Ποτάμι θα ακολουθήσει την σταθερή και υπεύθυνη στάση του, «ώστε να μην διαταραχθεί αυτή την κρίσιμη στιγμή η διαπραγμάτευση στην Ευρώπη από ανοησίες και εθνολαϊκισμούς και θα στηρίξει ο,τιδήποτε είναι λογικό και υπέρ του εθνικού συμφέροντος. Όμως, πέρα από αυτό, δεν μπορούμε να συζητάμε για στήριξη κυβέρνησης ή για συμπράξεις χωρίς πολιτικές συγκλίσεις και χωρίς πολιτικές θέσεις. Το θέμα της παραίτησης δεν είναι θέμα πολιτικής συμφωνίας. Θέμα πολιτικής συμφωνίας είναι το θέμα του προσφυγικού και του τι θα κάνουμε. Είναι το ελληνοτουρκικό, η Υγεία, η Παιδεία. Δεν μπορούμε, όμως, να συμφωνήσουμε με μια κυβέρνηση λαϊκιστών, η οποία ανατρέπει τις κατακτήσεις στην Υγεία και στην Παιδεία».

ΒΑΔΙΖΟΝΤΑΣ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΟΡΘΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ
ΕΝΑΣ ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ

Η κυβέρνηση είχε και έχει μια οικονομίστικη αντίληψη για τα προβλήματα της υγείας: Η διάθεση πόρων, κονδυλίων, υλικών και διορισμών θα βελτιώσει περίπου αυτόματα τις υπηρεσίες του ΕΣΥ. Τίποτα καινούριο. Με αυτή την λογική αναπτύχθηκε το σύστημα. Στις αρχές του 2010 ήταν βαθύτατα διεφθαρμένο, με πολύ κακές υπηρεσίες, το οποίο δαπανούσε το 10% σχεδόν του ΑΕΠ! Ασύνδετο, άναρχο και απαρχαιωμένο -κυρίως σε εργαλεία διοίκησης και ελέγχου- παρήγαγε το 25% του δημοσιονομικού ελλείμματος της χώρας. Ακόμη και έτσι, ο Γ.Α. Παπανδρέου ανακοίνωνε ένα δις ακόμη για την υγεία το 2009, και η «αριστερή» ΟΕΝΓΕ διεκδικούσε ακόμη 1% ΑΕΠ για την υγεία το 2013!
Στην κούρσα δαπανών που δημιούργησε αυτή η αντίληψη, η Αριστερά έπαιξε το ρόλο του «λαγού». Μονίμως διεκδικούσε τη μεγέθυνση των παροχών, των πόρων, των διορισμών κτλ. Με την έναρξη της κρίσης, το ΕΣΥ αντιμετωπίστηκε, και σωστά, ως μια από τις βασικές αιτίες της χρεοκοπίας. Η λύση που επιλέχθηκε, όμως, ήταν μαζικές, τυφλές, οριζόντιες περικοπές, χωρίς σχέδιο και λογική. Η περίφημη «θεωρία περί λίπους». Χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό με βάση αξιολόγηση και χωρίς συγκροτημένο πρόγραμμα δράσης οι περικοπές κατέστρεψαν αναγκαίες δομές και άφησαν ανέπαφες τις περιττές. Δεν είναι περίεργο που το ΕΣΥ με τον τρόπο αυτό κατέρρευσε στα χρόνια της κρίσης. Ούτε που η παρούσα κυβέρνηση παρακολουθεί αμήχανη και ανήμπορη τα νοσοκομεία να κλείνουν. Χθες η Πτολεμαΐδα, μετά το Κιλκίς. Αύριο μάλλον θα είναι η Λάρισα της οποίας τα νοσοκομεία έχουν το ρεκόρ εγκατάλειψης και κακοδιοίκησης τον τελευταίο χρόνο. Και ο ανταγωνισμός είναι πολύ σκληρός.
Το ΕΣΥ βρίσκεται μετά το χείλος της αβύσσου: Η χρηματοδότηση είναι ελάχιστη για τα επόμενα χρόνια και η κυβέρνηση αμήχανη. Έχει απορρίψει, παλέψει και ακυρώσει όλες τις μεταρρυθμιστικές απόπειρες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια. Όλες όμως, ενώ με το τρίτο μνημόνιο, έχει δεσμευτεί πως θα τις εφαρμόσει όλες! Ίσως, αυτός είναι ο λόγος της εκκωφαντικής της απουσίας από το πολιτικό προσκήνιο. Αν εξαιρέσει κανείς τα μπαλώματα του – ο θεός να το κάνει – παράλληλου προγράμματος δεν έχει φέρει κανένα νόμο, δεν έχει δεσμευτεί για καμιά μεταρρύθμιση.
Το σύστημα χρειαζόταν και χρειάζεται -σήμερα ακόμη πιο πολύ- ρύθμιση και μεταρρύθμιση. Το πραγματικό πρόβλημα πίσω από τις αποτυχίες όλων των κυβερνήσεων – και της παρούσας- είναι η απουσία αξιόπιστων μηχανισμών διοίκησης και εφαρμογής αποφάσεων, αφού το πραγματικά μεγάλο έλλειμμα του ΕΣΥ είναι στην απαρχαιωμένη και διαλυμένη διοίκηση και όχι στις προβληματικές επίσης ιατρικές υπηρεσίες. Δυστυχώς, με την κυβέρνηση της Αριστεράς ο κοτσαμπασισμός όχι μόνο επιβίωσε, αποκτώντας αριστερό πρόσημο με τις αστείες θεωρίες περί πολίτικων θέσεων – παγκόσμια πατέντα της Ελληνικής Αριστεράς-, αλλά έγινε κυνικός και απροκάλυπτος. Τέσσερις μήνες τώρα τα νοσοκομεία παραμένουν ακέφαλα, μέχρι να βρεθεί η συνταγή για να διοριστούν οι ημέτεροι. Χωρίς σύγχρονο, εξειδικευμένο management καμιά μεταρρύθμιση δεν πρόκειται να εφαρμοστεί σωστά. Η πραγματικά πρωτόγονη αντίληψη πως 150 νοσοκομεία μπορούν να διοικηθούν από μια ομάδα έμπιστων πολιτικών στελεχών στην Αθήνα οδηγεί ήδη σε αποτυχίες. Χωρίς αποκεντρωμένη ικανή -τεχνοκρατικά ώριμη- διοίκηση δεν μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη. Είναι λοιπόν απαραίτητο να ανεξαρτητοποιηθούν τα νοσοκομεία από τα νύχια των κομματικών στρατών. Πρέπει να γίνουν αυτόνομα, αυτοδιοικούμενα, μη κερδοσκοπικά ιδρύματα με αυτόνομο προϋπολογισμό και πραγματικές, ανεξάρτητες διοικήσεις.
Στο ίδιο διάστημα, ενώ οι υπηρεσίες υγείας βουλιάζουν στην κρίση, στην Πορτογαλία εφαρμόστηκε μια μεγάλη μεταρρύθμιση που όχι μόνο έσωσε το σύστημα υγείας, άλλα και το έβγαλε ενισχυμένο σε αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα. Οι αλλαγές σχεδιαστήκαν διακομματικά και εφαρμόστηκαν από μηχανισμούς που ξέρουν να μετρούν και να αξιολογούν αποτελέσματα. Στην Πορτογαλία δεν διορίζουν κουμπάρους, συμφοιτήτριες και συντρόφους στη διοίκηση. Προσλαμβάνουν μέσω πιστοποιημένων προκηρύξεων και προσοντολογίων και απολύουν βάση αποτελεσμάτων και όχι κομματικής ένταξης. Μια τεράστια διαφορά! Τεράστια.
Μαζί με την ανυπαρξία διοικήσεων η πρωτοφανής αποτυχία εισαγωγής ψηφιοποίησης στη διοίκηση και στην ιατρική υπηρεσία είναι οι πιο μεγάλες πληγές του συστήματος. Εκατομμύρια πετιούνται κάθε μέρα σε χαρτί, φιλμ, εργατοώρες, σκουριασμένα μηχανήματα και παρανοϊκή γραφειοκρατία, σε ένα σύστημα που δεν μπορεί να αντικαταστήσει τρύπια σεντόνια και να θερμάνει τα κέντρα υγείας. Σε μια εποχή που η πληροφορική παρέχει εκπληκτικές δυνατότητες τα ελληνικά νοσοκομεία εκδίδουν ακόμα, χειρόγραφα τιμολόγια, χειρόγραφες ιατρικές γνωματεύσεις και δεν έχουν δυνατότητες μετάδοσης δεδομένων ούτε καν σε ήδη δικτυωμένους υπολογιστές. Η Εσθονία δημιούργησε μια πρωτοποριακή ψηφιακή πλατφόρμα για όλη τη δημόσια διοίκηση απορροφώντας λιγότερα κονδύλια από όσα η Ελλάδα για την Υγεία. Στην Ελλάδα επιχειρήθηκε με αστείες δικαιολογίες – όπως ο καρκίνος του δημοσίου λογισμικού- να αναπτυχθούν «ελληνικές» εφαρμογές. Δισεκατομμύρια σπαταλήθηκαν σε εφαρμογές που είτε είναι ατελείς είτε παραδοθήκαν απαρχαιωμένες είτε παρουσιάζουν προβλήματα διαλειτουργικότητας. Τελευταίο κατόρθωμα του αλαλούμ με αυτή την κυβέρνηση: Ο ΕΟΠΠΥ ανέπτυξε πλατφόρμας συνταγογράφησης ανταγωνιστική προς αυτή της ΗΔΙΚΑ.
Αν αφεθεί ο «ανταγωνισμός» σύντομα θα έχουμε και δυο φακέλους ασθενούς και δυο συστήματα τιμολόγησης και πάει λέγοντας. Στην ουσία αναπτύσσονται παράλληλες εφαρμογές και πολύ σύντομα, οι ίδιοι που δημιούργησαν τα προβλήματα, θα κληθούν να τα λύσουν. Διαλειτουργικότητα, το καινούργιο Eldorado! Δυστυχώς, το κριτήριο είναι η «απορρόφηση» κονδυλίων και όχι το παραδοτέο και η λειτουργικότητα. Είναι καιρός να αλλάξει. Μεγάλες ενιαίες εφαρμογές με το κλειδί στο χέρι.
Η κυβέρνηση πιστεύει πως το μόνο που χρειάζεται είναι διορισμοί. Στην πραγματικότητα δεν έχει ιδέα ούτε πόσους χρειάζεται ούτε που. Έρμαιο της κακοδιοίκησης και της πελατοκρατίας το ΕΣΥ έχει αναπτυχθεί άνισα, είναι κατακερματισμένο και ουδείς πραγματικά γνωρίζει τις πραγματικές ανάγκες. Η αναδιοργάνωσή του στο μέγεθος και τη διασπορά που είχε πριν την κρίση δεν είναι εφικτή με κρατικούς και ευρωπαϊκούς πόρους. Πολύ απλά λεφτά δεν υπάρχουν. Ειδικά Λεφτά για πέταμα. Διαφημίζει έτσι 3-4 χιλιάδες διορισμούς, δεν τους κάνει γιατί δεν έχει λεφτά για διορισμούς μέσω ΑΣΕΠ: μόνο για ημετέρους. Τους λίγους δε που κάνει, τους κάνει με τη γνωστή παλιά μέθοδο της κομματοκρατίας. Η κατανομή των θέσεων γίνεται μέσω των συνδικαλιστών και των κομματικών υπευθύνων.
Η Ελλάδα έχει τους περισσότερους γιατρούς από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ και τεράστιες ελλείψεις στα δημόσια νοσοκομεία. Αιτία είναι το απαρχαιωμένο περιβάλλον εργασίας, το κόλλημα σε εργασιακές σχέσεις που υπάρχουν πλέον μονό εδώ και στην Β. Κορέα. Η ανύπαρκτη ουσιαστικά εκπαίδευση στην ειδικότητα μαζί με τις άθλιες συνθήκες αμοιβής και εργασίας διώχνουν τους νέους στο εξωτερικό. Μαζί και οι ιδεοληπτικές παρωπίδες που κάνουν την κυβέρνηση να βλέπει το μισό και παραπάνω των υπηρεσιών υγείας- το ιδιωτικό- σαν εχθρούς που πρέπει να καταστραφούν, όχι ως συνεργάτες. Ονειρεύεται τη δημιουργία ιατρείων, την αγορά μηχανημάτων και κυρίως προσλήψεις, προσλήψεις, προσλήψεις, εκεί που ήδη υπάρχουν. Θα μπορούσε να αγοράσει φτηνές υπηρεσίες, προτιμά να κτίσει καινούριες δημόσιες. Σε απλά ελληνικά: Ονειρεύεται τα ιατρεία του ΙΚΑ από την αρχή. Χρήσιμα για το σινάφι των γιατρών και τις κλίκες των πολιτικών, αλλά άθλια για τους ασθενείς.
Αδιάψευστοι μάρτυρες είναι η πρωτοβάθμια φροντίδα και η ψυχική υγεία. Στην μεν πρωτοβάθμια η κυβέρνηση διαφημίζει την έναρξη πιλοτικών ιατρείων γειτονιάς μέσω ΕΣΠΑ σε δυο πόλεις της χώρας, αποσιωπώντας πως σε πλήρη ανάπτυξη το σοβιετικού τύπου πρωτοβάθμιο κρατικό σύστημα που οραματίζεται κοστίζει περισσότερο από ολόκληρο τον προϋπολογισμό του Υπουργείου. Στη δε ψυχική υγεία, αφού ανατίναξε την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης, υπόσχεται τώρα νέα χρονοδιαγράμματα, αφήνοντας ανέγγιχτες κατά τα φαινόμενα όλες τις παθογένειες του παρελθόντος. Θα κατατεθεί νομοσχέδιο μαθαίνουμε, άλλα δεν το βλέπουμε. Με το ρυθμό αυτό, το Υπουργείο χρειάζεται τουλάχιστον δυο γενιές, για να ολοκληρώσει τα μεγαλεπήβολα σχέδια κρατικοποίησης της υγείας που επεξεργάζεται. Όμως, οι ιδεοληψίες κοστίζουν όχι μόνο σε χρόνο αλλά και σε χρήμα.
Το σύστημα υγείας έχει ανάγκη από τεκτονικές αλλαγές σε όλο του το εύρος. Πρώτα από όλα μια ριζική αλλαγή του διοικητικού προτύπου, την εισαγωγή συγχρόνων αρχών management παράλληλα με την εισαγωγή τεχνολογίας, χρειάζεται ριζική παρέμβαση στον τρόπο που λειτουργούν οι ιατρικές του υπηρεσίες. Διασφάλιση ποιότητας, επιπλοκές, βέλτιστες ιατρικές πρακτικές όχι από αυτή την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση ούτε μπορεί ούτε θέλει να αναπτύξει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό σύστημα υγείας. Τα πολιτικά και ιδεολογικά της πρότυπα οδηγούν σε πολιτικές που αποκλίνουν αντί να συγκλίνουν με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Δέσμια των ιδεοληπτικών της περιορισμών θα συνεχίσει να σπαταλά πόρους με τον τρόπο των προηγούμενων: άναρχα, πελατειακά και χωρίς στρατηγικό σχέδιο.
Είμαστε αποφασισμένοι να προβάλουμε και να διεκδικήσουμε ένα ριζικά νέο ευρωπαϊκό πρότυπο, αντάξιο μιας σύγχρονης κοινωνίας πολιτών με ποιοτικές υπηρεσίες για όλους, κυρίως τους αδύνατους και τους αποκλεισμένους χωρίς παρωπίδες και περιορισμούς. Με σύγχρονες εργασιακές σχέσεις, συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού, αξιοκρατία, αξιολόγηση, διαφάνεια και κυρίως ρεαλισμό.

Add Comment