Ενώ οι μελέτες, τα σχόλια, οι συγκρίσεις και τα στοιχεία σχετικά με τη φτώχεια στον αστικό χώρο αφθονούν, τα αντίστοιχα που αφορούν τον αγροτικό χώρο είναι λίγα. Βλέπουμε λόγω της κρίσης απίστευτες εικόνες στις πόλεις και ειδικά στην πρωτεύουσα. Πολλές κατηγορίες πολιτών έχουν υποστεί μεγάλη μείωση των εισοδημάτων τους, η μεσαία τάξη συρρικνώνεται και οι φτωχότεροι αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης. Γειτονιές που αργοσβήνουν, νέοι ή μεσήλικες που χάνουν τον δρόμο τους λόγω ανεργίας, συνοικίες της πολυπληθούς μικρής ή μεσαίας οικονομικά τάξης που βυθίζονται στον μαρασμό, οικογένειες που ζουν δράματα, άνθρωποι που αναγκάζονται να ζητούν λεφτά στο δρόμο και άλλα, πολύ χειρότερα. Και γέροντες, με σκυμένο το κεφάλι, να ζητούν βοήθεια…
Τί συμβαίνει όμως στο χωριό; Κι εκεί παρατηρείται μείωση των εισοδημάτων και των συντάξεων, αύξηση της φορολογίας και περιορισμός της ρευστότητας. Ιστορικά η επαρχία υστερούσε οικονομικά σε σχέση με τις πόλεις, αν και οι τουριστικές περιοχές και τα νησιά ανέτρεψαν τα δεδομένα. «Σύμφωνα με στοιχεία πάντως, ο «κίνδυνος φτώχειας» στις αγροτικές περιοχές, παρά τα προαναφερθέντα, παραμένει στα «ιστορικά» επίπεδα του 27%, όμως σε ημιαστικές και αστικές ανέβηκε από 14% το 2008 σε 19% το 2014. Το αρνητικό πρωτείο σε αυτόν τον δείκτη περιλαμβάνει κυρίως νησιά του Αιγαίου, τη Βόρεια και την Κεντρική Ελλάδα. (βλ.http://www.kathimerini.gr/845137/article/epikairothta/ellada/h-eparxia-antisteketai-sth-ftwxeia).
Οι κοινωνικές εξελίξεις δεν είναι επίσης ενθαρρυντικές. Η ηλικιακή σύνθεση του ελληνικού αγροτικού πληθυσμού είναι πολύ απογοητευτική. Σύμφωνα με επίσημα ευρωπαϊκά στοιχεία οι νέοι παραγωγοί κάτω των 35 ετών αντιπροσωπεύουν μόλις το 5,2% των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, οι έχοντες από 35-44 χρόνια το 14,7%, οι μέσης ηλικίας, δηλ. από 45-54 χρόνια το 23,9%, οι ηλικίες από 55-64 το 24,9% και όσοι είναι πάνω από 65 ετών κατέχουν το 31,3% (κοντά στο ένα τρίτο) των εκμεταλλεύσεων. (βλ. http://ec.europa.eu/eurostat/documents/2995521/7089776/5-26112015-AP-FR.pdf/b2807edc-ef0d-4204-a3f6-10b1c20a9382). Επιπλέον η σταδιακή τάση εγκατάλειψης των εκμεταλλεύσεων είναι ενδεικτική της κοινωνικής κατάστασης του χώρου: οι εκμεταλλεύσεις μειώθηκαν κατά 13% στην Ελλάδα ανάμεσα στο 2003 και το 2013. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την συγκέντρωση της γης στα χέρια λίγων μεγάλων επιχειρηματιών, αλλάζει τα κοινωνικά δεδομένα της αγροτικής κοινότητας και του χωριού.
Οι επιπτώσεις της κρίσης αφορούν λοιπόν και το χωριό. Η μείωση των εισοδημάτων και η αύξηση των υποχρεώσεων δημιουργούν ανασφάλεια, άγχος και ένταση κι αυτό αφορά και τον αγροτικό χώρο. Η οικονομία κινείται με πολλαπλούς παράλληλους διαύλους, η τεχνολογία εκμηδενίζει τις αποστάσεις, η αγορά κυριαρχεί, το κράτος δεν μπορεί να συνεχίσει να παίζει, με δανεικά κεφάλαια, έναν ρόλο προστάτη των πάντων. Θα πρέπει στο μέλλον να φροντίσει κυρίως τους πλέον αδύναμους κι όχι τις ισχυρές συντεχνίες. Οι νέοι δεν προτιμούν το χωριό, οι νέες γυναίκες δεν θέλουν να παντρευτούν με αγρότες, οι πλειοψηφία των κατοίκων είναι γέροντες και συχνά ανήμποροι και ξέρουμε ότι η αγροτική ζωή θέλει νέα ζευγάρια, εργασία και δύναμη, καθημερινή φροντίδα για τα δέντρα ή τα ζωντανά. Παιδιά δεν υπάρχουν, τα σχολεία έκλεισαν, γάμοι και βαφτίσια γίνονται σπάνια στα χωριά μας, ενώ υπερτερεί η βιομηχανία των μνηνοσύνων…
Οι υποδομές κοινωνικής υποστήριξης δεν επαρκούν κι αυτό με τη σειρά του εντείνει τις κρίσεις. Εντός της οικογένειας, στη γειτονιά, στις ανθρώπινες σχέσεις. Πώς θα αντιμετωπισθούν αυτά τα νέα φαινόμενα; Η απάντηση δεν είναι εύκολη και δεν πρέπει να είναι βιαστική και μονοδιάστατη. Ζούμε σε μια πολύπλοκη κοινωνία, τα συμφέροντα αλληλοεξαρτώνται, η τεχνολογία επιφέρει αλλαγές, η αγορά έχει τη δική της σκληρή λογική, ο κοινωνικός διάλογος δεν έχει ευδοκιμήσει στη δική μας περίπτωση. Δεν θέλουμε απλά μια αυτόνομη οικονομία, θέλουμε μια οικονομία που θα συνυπάρχει και θα υπηρετεί την κοινωνία. Και η κοινωνία έχει ανάγκη από τρόφιμα, από έναν ισχυρό, παραγωγικό πρωτογενή τομέα που είναι η βάση των πάντων.
Τί μπορεί να γίνει λοιπόν για την μείωση των συνεπειών της φτώχειας; Η εύκολη απάντηση έρχεται σχεδόν αυθόρμητα. Η αυτοκατανάλωση προϊόντων για όσους έχουν τη δυνατότητα, τη δύναμη και την όρεξη να φτιάξουν τον λαχανόκηπο ή να ασχοληθούν με οικόσιτα ζώα, ο αυστηρός περιορισμός των δαπανών που ταυτίστηκαν με την εποχή της υπερβολικής κατανάλωσης προϊόντων ή υπηρεσιών, ο έλεγχος των ατομικών και οικογενειακών δαπανών σε τακτική βάση, η ανταλλαγή προϊόντων μεταξύ των παραγωγών, η αποφυγή άσκοπων μετακινήσεων με το αυτοκίνητο, κοκ. Αυτά βεβαίως σε ατομικό επίπεδο. Δεν έχουμε αστέγους στα χωριά, αλλά υπάρχουν πολλά ερωτήματα. Στην δεκαετία του ’70 η ανταλλακτική οικονομία κυριαρχούσε. Στον 21ο αιώνα, στον αιώνα της τεχνολογίας, του πλαστικού χρήματος και του διαδικτύου θα γυρίσουμε πάλι στα «τεφτέρια»; Ενας καφές για δυό αυγά; Στα παντοπωλεία, όσα απέμειναν, ανοίγουν κατάλογοι για ψώνια «μέχρι που νάρθει η σύνταξη»…
Δεν πρέπει φυσικά να υποβαθμίσουμε την κοινωνική αλληλεγγύη, τον ρόλο της οικογένειας και άλλων κοινωνικών θεσμών. Αλλά η φτώχεια εκδηλώνεται πλέον ποικιλότροπα και στο χωριό, η κατανοητή τάση αυτοπροστασίας των αδύναμων, λόγω του εύκολου στιγματισμού στη μικρή κοινωνία, δεν πρέπει να μας οδηγήσει στην υποβάθμιση του ζητήματος. Υπάρχει θέμα με τους μοναχικούς γέροντες, τις μονογονεϊκές οικογένειες, τους ασθενείς, τους ανάπηρους, τους μικρο-συνταξιούχους. Πολλές ξένες κυρίως γυναίκες φροντίζουν σήμερα τους ασθενείς και τους γέροντες, αλλά δεν αρκεί η ατομική απάντηση: χρειάζεται δημόσια πολιτική, κοινωνική αντιμετώπιση, πρόγραμμα, προϋπολογισμός και κρατική μέριμνα. Τα Υπουργεία, οι Δήμοι και οι Περιφέρειες έχουν ένα δύσκολο, αλλά απαραίτητο ρόλο να εκπληρώσουν για όσους έχουν ανάγκη, μικρούς και μεγάλους.
Κι όμως σαν ιστορικό έθνος έχουμε εφεύρει τόσο την Δημοκρατία, όσο και τον Λόγο. Τόσο την Επιστήμη, όσο και την Αρετή, τις Χορηγίες, τις Υποτροφίες, τις Ευεργεσίες. Ισως θα πρέπει να ξανασκεφτούμε σε συλλογικό και τοπικό επίπεδο σύγχρονους και πρακτικούς τρόπους κοινωνικής αλληλεγγύης. Βλέπουμε μέσα στην κρίση πρωτοβουλίες για συλλογή φαρμάκων, τροφής, ένδυσης κοκ. Η κοινωνία αντιδρά παντού με συμπόνια, με αλληλεγγύη, με κατανόηση. Και η Πολιτεία πρέπει να επανεξετάσει την πολιτική της και να δει επειγόντως, με παρρησία, το θέμα της φτώχειας και στον αγροτικό χώρο.
Αθανάσιος Θεοδωράκης
πολιτικός επιστήμονας