Γράφουν οι Στέλλα Μπίζιου, Δικηγόρος, επιλαχούσα βουλευτής Λάρισας ΝΔ και Νεκτάριος Καλαντζής, Οικονομολόγος, Κοινωνιολόγος, Μέλος Πολιτικής Επιτροπής ΝΔ, Δημοτικός Σύμβουλος Παλλήνης
Την ανάγκη για προστασία και επιβίωση του αγροτικού πληθυσμού, μέσω συγκεκριμένων μέτρων προστασίας του, δημιουργεί η νέα λαίλαπα μέτρων που έρχεται ως επιστέγασμα της συμφωνίας της κυβέρνησης με τους δανειστές για την υπογραφή του τρίτου μνημονίου. Η ψήφιση του αγροτικού νομοσχεδίου θα πρέπει να αποφευχθεί με κάθε τρόπο και να βρεθούν ισοδύναμα μέτρα, ώστε να επιτευχθεί η κάλυψη του –πιθανού- χρηματοοικονομικού κενού.
Η αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή αποτελεί έναν –αν όχι τον πρώτο- από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας, καθώς στηρίζει τον πρωτογενή τομέα, έχει εξαγωγικό προσανατολισμό και δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας ακόμη και σήμερα. Με τα μέτρα που εμπεριέχονται στο πολυνομοσχέδιο, όπως η αύξηση της φορολογίας εισοδήματος από το 13% στο 26%, η προκαταβολή φόρου από το 27,5% στο 100%, το ΦΠΑ αγροτικών εφοδίων από το 13% στο 23%, το κόστος ενέργειας από το 13% στο 23%, η φορολόγηση ολόκληρου του ποσού των επιδοτήσεων χωρίς όριο αφορολόγητου, ο τριπλασιασμός της εισφοράς στον ΟΓΑ, η κατάργηση της επιστροφής φόρου πετρελαίου, η διατήρηση του ΕΝΦΙΑ και το ξανάνοιγμα του φακέλου της διάρκειας ζωής του φρέσκου γάλακτος, δημιουργείται ένας λογαριασμός της τάξεως –περίπου- των 2 δισ. ευρώ που αγγίζει το 50% εισοδήματός του αγροτικού κόσμου. Εφόσον ψηφιστούν τα συγκεκριμένα μέτρα, είναι πολύ πιθανό να μην εφαρμοστούν επί της ουσίας, αφού θα αφανιστεί πριν καν την είσπραξη των απαιτήσεών τους ένα μεγάλο κομμάτι του αγροτοκτηνοτροφικού κόσμου, μη μπορώντας να ανταπεξέλθει στις υπέρογκες υποχρεώσεις του, με αποτέλεσμα και την αδυναμία του κράτους να εισπράξει αυτά που προϋπολογίζει.
Από την εποχή των ΚΑΠ και των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων στην αγροτική οικονομία, πολύ μελάνι χύθηκε για την ανάγκη εξέλιξης και μεταστροφής του αγροτικού κόσμου σε νέες καλλιέργειες, καθώς και τη μεγαλύτερη απόδοση της παραγωγής και βελτιστοποίησή της. Η προστασία και η τόνωση της αγροτικής οικονομίας αποτέλεσε για χρόνια βασική πολιτική επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να προστατευθούν και να ενισχυθούν οι ευρωπαίοι αγρότες και η εξαγωγική τους δυνατότητα για τα προϊόντα που παράγουν.
Δεν είναι δυνατόν σε μια αγροτική οικονομία, που στηρίζει την ελληνική ύπαιθρο σε ΑΕΠ και θέσεις εργασίας και όπου θα πρέπει να δίνονται κίνητρα προκειμένου να απασχοληθούν σε αυτή νέοι άνθρωποι -μειώνοντας έτσι το δυσεπίλυτο πρόβλημα της χώρας μας που είναι η ανεργία- να κυοφορείται η φορολόγηση των αγροτικών επιδοτήσεων και ενισχύσεων.
Θα πρέπει η σημερινή συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να αντιληφθεί τη σπουδαιότητα της αγροτικής οικονομίας για τη χειμαζόμενη χώρα μας, να πάρει πίσω τα μέτρα που πλήττουν καίρια αγρότες και κτηνοτρόφους και να επιδιώξει να βρει ισοδύναμα, που θα τους αφήσουν μια πνοή και μια αισιόδοξη αχτίδα ελπίδας, ώστε με προοπτικές να αυξήσουν την παραγωγικότητα και την εξαγωγική δραστηριότητά τους, απομακρύνοντας τα ενδεχόμενα αφανισμού τους μέσω των φορολογικών μέτρων που απαιτεί ο μνημονιακός σχεδιασμός.