Η δημογραφική έρευνα δεν σταματά να μας υπενθυμίζει ότι στην Ελλάδα έχουμε μεγάλο πρόβλημα ανανέωσης των γενεών. Η πιο πρόσφατη έρευνα («Ερημη χώρα θα είναι το 2050 η Ελλάδα», Καθημερινή 18 Σεπτ. 2016 ) προβάλλει τις δημογραφικές τάσεις μέχρι το 2050 και όλα τα σενάρια δείχνουν σημαντική μείωση του πληθυσμού στην χώρα. Η σχέση γεννήσεων και θανάτων και οι αναχωρήσεις των νέων μας στο εξωτερικό είναι τα κύρια στοιχεία που καθορίζουν αυτή την αρνητική εξέλιξη. Το κύριο ωστόσο κοινωνικό θέμα είναι η απροθυμία των νέων να κάνουν οικογένεια, να τεκνοποιήσουν, να μεγαλώσουν παιδιά. Η οικονομική κρίση ήρθε να προστεθεί στις εμπεδωμένες αντιλήψεις, παρότι ως επιχείρημα είναι ιστορικά έωλο, αφού όλες οι προηγούμενες γενιές μέχρι τώρα έζησαν φτωχότερα.
Αυτό συμβαίνει σε εθνικό επίπεδο, στο τοπικό επίπεδο τα πράγματα περιπλέκονται κι άλλο λόγω της αστυφιλίας. Παρά την κρίση οι πόλεις, μικρές ή μεγάλες, εξακολουθούν να έλκουν τους νέους, να κρατούν τους παλαιότερους, να προσθέτουν υπηρεσίες και δραστηριότητες. Κι αυτό παρά το υψηλό κόστος ζωής, την χειροτέρευση των συνθηκών διαβίωσης, το ορατό αδιέξοδο.
Ο περίφημος «Καλλικράτης» χειροτέρευσε τα πράγματα για τα χωριά, ενώ δεν τα βελτίωσε για τις πόλεις. Μια ριζική αναθεώρηση της διοίκησης είναι απαραίτητη, αφού τόσο στο οικονομικό, όσο και στο κοινωνικό και διοικητικό επίπεδο, τα πράγματα δεν προχωρούν, τα προβλήματα μεγαλώνουν. Τα χωριά ερημώνουν και για τους λιγοστούς κατοίκους τους η ζωή είναι περιοριστική. Η δημοσιογραφική έρευνα εστιάζει κυρίως στη σχέση εργαζομένων και συνταξιούχων, στην κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων, κλπ. Σύμφωνα με την αναφερεθείσα έρευνα «το 2050 το ποσοστό των οικονομικά ενεργών πολιτών θα πέσει κάτω από το 40%».
Η συγκέντρωση των υπηρεσιών στις μεγάλες πόλεις αποδυνάμωσε περισσότερο τις κωμοπόλεις και τα χωριά. Η ηλεκτρονική επανάσταση που θα έλυνε τα προβλήματα, όπως συχνά γίνεται στον ευρωπαϊκό βορρά, δεν προχωρά, αφού τα συντεχνιακά συμφέροντα και η αυτοσυντηρούμενη κρατική γραφειοκρατία δεν επιτρέπουν εδώ «Διαύγεια». Τύποις την έχουμε, ουσιαστκώς όμως την υπονομεύουμε. Φτιάξαμε ΑΣΕΠ και κάθε νόμος το ροκανίζει, κάναμε αποκέντρωση και διπλασιάσαμε στην περιφέρεια τις διοικητικές θέσεις: και εκλεγμένοι και διορισμένοι, ναι, η επόμενη μεταρρύθμιση (πόσο δεινοπάθησε αυτή η λέξη…) θα μας εκπλήξει με πρόσθετες διοικήσεις, πρόσθετους οργανισμούς, κοκ. Το κόστος του κρατικού μηχανισμού είναι δυσβάσταχτο και αυξάνει σταθερά παρά τις δεσμεύσεις περί του αντιθέτου.
Δεν είναι φυσικά αριθμητικό το θέμα, η διάταξη και η σύνθεση του πληθυσμού, η σχέση πόλης και χωριού, η σχέση πρωτεύουσας και υπόλοιπης χώρας, όλα επηρεάζουν την οικονομία, την κοινωνία, την πολιτική. Καταργείται αίφνης η ΔΟΥ στην Ελασσόνα ή σε ένα νησί των Κυκλάδων και ο πολίτης για κάποιο έγγραφο πρέπει να πάει στη Λάρισα, ή στη Σύρο, το ίδιο συμβαίνει με τις ιατρικές υπηρεσίες, τα σχολεία, την αστυνομία, κλπ. Ετσι διώχνουμε ανθρώπους από τα χωριά, αυτές τις κυψέλες που έδωσαν ζωή στη χώρα, ενώ οι πόλεις είναι εξαρτημένες σε όλα τα επίπεδα και δημιουργούν νέα προβλήματα διαχείρισης (διατροφή, περιβάλλον, νερό, συγκοινωνίες).
Στον δυτικο-ευρωπαϊκό χώρο υπάρχουν επιτυχημένα παραδείγματα δικτύων κωμοπόλεων και χωριών, αστικών και ημιαστικών κέντρων, σύνδεσης οικονομικών δραστηριοτήτων με οικισμούς, ανάπτυξης βιώσιμων τοπικών μορφών παρέμβασης. Βιομηχανία, γεωργία, μεταποίηση, τουρισμός σε μια νέα σχέση, με επίκεντρο των άνθρωπο, την μικρή κοινότητα, την ντόπια παραγωγή. Για βελτίωση των συνθηκών ζωής και διατήρηση παραδοσιακών καλλιεργειών και ασχολιών, για ανάδειξη εγχώριων προϊόντων, με παράλληλη διατήρηση του οικοσυστήματος.
Πώς θα γίνουν όλα αυτά; Για να κάνουμε ομελέτα πρέπει να σπάσουμε αυγά…Το άρθρο του πρώην Πρωθυπουργού της Ολλανδίας Jan Peter Balkenende («Η ανάγκη για ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο και η κυκλική οικονομία», βλ. «Καθημερινή» 11/09 /016) είναι εν προκειμένω αξιοπρόσεκτο. Θέτει ευθέως το ζήτημα της αλλαγής του οικονομικού μοντέλου στην Ελλάδα, προβάλει τις σύγχρονες αντιλήψεις περί βιώσιμης ανάπτυξης και κυκλικής οικονομίας και καταλήγει σε διαπιστώσεις.
Το ύφος είναι απλό, δίνει παραδείγματα άλλων χωρών και εξηγεί τις προϋποθέσεις επιτυχίας. Επί της ουσίας, δεν αναδεικνύονται – μάλλον ηθελημένα – οι πολιτικές δυσκολίες της αλλαγής και δεν παρουσιάζονται οι τομείς εκείνοι που θα τραβήξουν την μηχανή της ελληνικής οικονομίας (πχ αγροδιατροφικός τομέας, παραγωγή, μεταποίηση και εξαγωγές). Αντίθετα, με σαφήνεια και πολύ ορθώς αναφέρεται ότι «η Ελλάδα έχει μια ευκαιρία να μειώσει την εξάρτησή της από τον τριτογενή τομέα».
Στην πράξη, δεν νοείται Ελλάδα χωρίς χωριά, δεν νοείται μια Ελλάδα μόνο με πόλεις, είναι έξω από τη δική μας ιστορική και κοινωνική παράδοση. Μπορεί να υπάρξει Ελασσόνα χωρίς τα χωριά; Δεν το νομίζω, αν εγκαταλειφθούν τα χωριά κι έρθουν ΑΕ να καλλιεργούν τα χωράφια, γιατί προς τα εκεί οδηγείται το πράγμα με τα απίστευτα μέτρα που βλέπουμε, θα μιλούμε για μια άλλη κατάσταση. Λάρισα χωρίς τα χωριά γίνεται; Αν ναι, η εξάρτηση των πόλεων θα είναι μεγαλύτερη, η κοινωνική πίεση πιο ασφυκτική. Για να στηριχθεί όμως το χωριό, χρειάζεται πρώτα νέους, παραγωγή, νέα ζευγάρια, παιδιά, οικογένειες. Χρειάζεται με δυο λόγια συναφής δημόσια πολιτική, κίνητρα, σχεδιασμό, υποστήριξη, συμβουλή. Κι αφού αυτά γίνονται αλλού, μπορούμε να τα κάνουμε κι εμείς εδώ, με ευθύνη, με σοβαρότητα, με εργασία.
Μια νέα σχέση είναι πλέον απαραίτητη ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, την πρωτεύουσα και την περιφέρεια. Μια σχέση αλληλοσυμπλήρωσης κι όχι εξάρτησης, αλληλοσεβασμού κι όχι εκμετάλλευσης. Υπάρχει λύση για το χωριό, με κινητές υπηρεσίες, ηλεκτρονικές διασυνδέσεις για άμεση εξυπηρέτηση του πολίτη, όχι όλα στην πόλη, όχι όλα στο κέντρο. Τέλειωσε αυτή η εποχή, η τεχνολογία βοηθά και μπορούμε να δώσουμε λύσεις στα προβλήματα.
Αθανάσιος Θεοδωράκης
πολιτικός επιστήμονας